Η αμφιταλάντευση πάνω στα
διαπροσωπικά κοινοπρακτικά δεν έρχεται κατ’ ανάγκη σε αντίθεση με μία προσανατολισμένη
διαπροσωπική εμπιστοσύνη (παρ’ ότι αναδεικνύεται εδώ η σκοπιμότητα της ψυχαναλυτικής
προσπέλασης του ζητήματος της μονιμότητας του αντικειμένου που έχει
διερευνηθεί στο πλαίσιο της αναπτυξιακής θεωρίας), όταν αυτή η ψυχική
στάση παραμένει αρκετά σταθερή στην υπηρεσία διευθέτησης των ψυχικών επιδιώξεων και νοηματοδοτήσεων.
Κάτι τέτοιο προϋποθέτει πως η
διαπροσωπική εμπιστοσύνη (για ένα καλοκάγαθο και όχι κακόβουλο (θανατερό)
αντικείμενο) μπορεί να δομηθεί σταδιακά, στο βαθμό που δομείται η ενδοατομική
εμπιστοσύνη, κατά συνέπεια, στο βαθμό που μπαίνουν στο
μικροσκόπιο και αναλύονται οι «μεταφράσεις» (από το
υποκείμενο) των υπερκείμενων συμβολισμών της «παντοδυναμίας» και
του «φθόνου».
Τούτο σημαίνει πως αυτό που
ακριβώς μας ενδιαφέρει είναι ο βαθμός στον οποίο έχουν αναλυθεί οι μεταφράσεις αυτών
των δύο σε ατομικούς ψυχικούς σταθμούς, οι οποίοι κατοχυρώνουν και
επεκτείνουν τα «ιδιωτικά» νοήματα ζωής, τα οποία εκ νέου θα
διαμορφώσουν τις ψυχικές και συμπεριφορικές τους εκβολές.
Salvador Dali
Με λόγια απλά, δύο πράγματα
μας ενδιαφέρουν: Αφενός οι διαφορετικές εξελικτικές -για την
ατομική ιστορία- μεταφράσεις, από το ίδιο το υποκείμενο, αυτών των
υπερκείμενων βρεφικών συμβολισμών, σε ατομικά βιώματα, τα οποία
εμπεριέχουν ψυχικά, συναισθηματικά, διανοητικά και κατόπιν διαπροσωπικά,
κοινωνικά και ασφαλώς συμπεριφορικά δεδομένα. Αφετέρου, ο βαθμός στον οποίο ένα
πρόσωπο έχει επιτύχει το διαχωρισμό του από το αντικείμενό του
και την ταύτιση μαζί του, πράγμα που συνεπάγεται έναν παντοδύναμο έλεγχο αυτού, ως εκ
τούτου το διαχωρισμό του αντικειμένου του από τα δικά του ψυχικά μέρη τα
οποία συγκροτούν περισσότερο ή λιγότερο αποδεκτές αναπαραστάσεις του ψυχικού του
εαυτού και τελεσίδικα του εαυτού στο σύνολό του εν γένει.
«…είμαστε μαζί,
αλλά δεν παύουμε να είμαστε και χωριστοί…γι’ αυτό και μπορώ να είμαι για ‘σένα αυτό που τώρα είμαι…»
Οι ψυχολογικές θεωρίες είναι απόλυτα αναγκαίο
να εκκινούν από τα δεδομένα της κλινικής και της έρευνας, ακόμη και όταν το
εφαλτήριό τους είναι η «επιφοίτηση» και ο όρος αυτός δεν εμπεριέχει κάποια
ειρωνεία. Σε κάθε περίπτωση, η θεωρία εξελίσσεται άρτι εμφανισθείσα, χρήζει
κατά κανόνα επιπλέον υλικού…, ενώ αυτό που ενδιαφέρει στην κλινική πράξη
είναι η εξατομίκευση και η επικαιροποίησή της στα διαχρονικά και
συγχρονικά δεδομένα του ατόμου. Αυτό δηλαδή που γίνεται εμμέσως αντικείμενο της
κλινικής «διερεύνησης» και ανάλυσης είναι ο τρόπος με τον οποίο η «θεωρία»
«συναντάται» και «εκβάλει» στο παρόν και ακόμη περισσότερο
στο «εδώ και τώρα» του υποκειμένου. …τι κάνει δηλαδή το
υποκείμενο;…
"Κάνατε πολύ καλά και περάσατε πρώτα από το χώρο της φιλοσοφίας, κ. Κανακάκη", μου είχε δηλώσει ο κ. Μποτονάκης,* "η ψυχανάλυση έχει τελευταία κλειστεί πολύ στον εαυτό της"
Τι Προϋποθέτει, λόχου χάρη, στην
πορεία της ατομικής ιστορίας, το «μίσος» ή ο «φθόνος» ή ο «φόβος»
του υποκειμένου; ποιος ακριβώς είναι αυτός ο φόβος; πως διαφοροποιείται και εκφέρεται;
πως στοιχειοθετείται σε «γεγονότα-βιώματα-σενάρια» ζωής και πως μπαίνει σε
μοτίβα και σε μονοσήμαντες αντιστάσεις και σε ποιες «δεξαμενές» εκβάλει;
πως συντηρείται; σε τι έγκειται δηλαδή το βαθύτερο νόημά του για το υποκείμενο;
οπότε, ποια είναι η ουσία του και τα ουσιώδη (όχι τα συμπεριφορικά) τελεσίδικά
του για το υποκείμενο; και τέλος, τι συνεπάγεται ή συνεπιφέρει όχι μόνο ως συμπεριφορικό,
κοινωνικό ή διαπροσωπικό αντίκτυπο, ακόμη περισσότερο στη χάλκευση καινούργιων
νοημάτων τα οποία, μέσω μηχανισμών που εκτυλίσσονται κατά την ανατροφή και την
πολιτισμική δημιουργικότητα, λειτουργούν ανανεωτικά στον εμπλουτισμό των
μοτίβων που ήδη προϋπάρχουν, ορίζοντας καλώς ή κακώς τα «όρια» και τα
«πλαίσια» λειτουργίας και τις «αξίες» του
υποκειμένου; Όλα τούτα χρήζουν ψυχαναλυτικής (βιωματικής) κατά κανόνα διερεύνησης,
ώστε να μην καταλήξουν (ως απαντήσεις) να συμπεριληφθούν στις γνωστικές
άμυνες του ατόμου, όπως είναι η εξορθολόγηση, η τεχνολόγηση και η διανοητικοποίηση.
Τα όρια λειτουργίας του
υποκειμένου δεν άπτονται, κατά τη γνώμη μου, της ηθικής φιλοσοφίας γενικώς ή του
υποκειμένου ειδικώς, μάλλον της πρακτικής λειτουργίας του, κατά συνέπεια και κυρίαρχα της αισθητικής
του και της αισθητικής ποιότητάς του. Το οποίον:
«…τι είναι αυτό
που αναζητώ, ως αξία ύπαρξης, για μένα από τη ζωή;…».
Εν κατακλείδι, οι θεωρητικές
εφαρμογές δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να στερούνται της εξατομίκευσής τους, η
οποία συνεπάγεται τη διερεύνηση των ατομικών σταθμών, δηλαδή των προϋποθέσεων,
ως ενορμητικά παράγωγα, σε συνδυασμό με τις ενδοψυχικές και ενδοπροσωπικές
και αρκετά κατόπιν τις «εξωπροσωπικές» τους εκβολές και διακυμάνσεις.
Όταν το ασυνείδητο εισδύει
απαλά στην καρδιά του συνειδητού,
τότε ο χρόνος υπεξαιρεί
μέσα στο Θάνατο τη γόνιμή του αξία
* Ο κ. Γιώργος Μποτονάκης ήταν ψυχίατρος & ψυχαναλυτής, με πλούσια καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα και κοινωνική προσφορά
© 2020, Ελένη Κανακάκη, Ψυχολόγος