Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΤΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΥ



(Ναρκισσιστική Ταύτιση & Αμυντική Εξιδανίκευση)
 

Ένα ζήτημα που ανακύπτει πάρα πολλές φορές, στα πλαίσια των ανθρωπίνων σχέσεων οιασδήποτε υφής, αφορά σ’ ένα είδος καθρεφτίσματος θετικών προσδοκιών στο πρόσωπο του «άλλου». Ασφαλώς είναι αναγκαίο, έως και απαιτητό, να τρέφουμε ένα κάποιο σύνολο θετικών προσδοκιών, προσδοκιών δηλαδή που έχουν να κάνουν με επιθυμητές αντιδράσεις, από άλλα πρόσωπα, εδώ όμως μπορεί να προκύψουν δύο ζητήματα, που θ’ απαιτήσουν περαιτέρω ανάλυση και ερμηνεία:

Το πρώτο εμπλέκει το θέμα της «ναρκισσιστικής ταύτισης» με τους άλλους και το δεύτερο, συμφυές και τούτο, το θέμα της «αμυντικής εξιδανίκευσης».

Αν και υφίστανται διαχρονικές αξίες και αρχές που διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις, θα έπρεπε να είναι (κατά τη γνώμη μου) σαφές πως δεν μπορεί να ακολουθηθεί ένας ενδεδειγμένος τρόπος συσχετισμών ή να υιοθετηθεί ένα συγκεκριμένο σύνολο συμπεριφορών, από όλους, για όλους τους λόγους (φιλοσοφικής, θρησκευτικής ή επιστημονικής φύσεως) που θα μπορούσαμε να φανταστούμε.

Όταν μιλάμε για ναρκισσιστική ταύτιση λοιπόν, εννοούμε την τάση μας να προσδοκάμε τα άλλα πρόσωπα να σκέφτονται, να αισθάνονται και εν τέλει να πράττουν όπως θα πράτταμε εμείς. Είτε πρόκειται για ερωτικές είτε για φιλικές είτε για άλλες σχέσεις, τούτο έχει ως συνέπεια, αφενός την παραγνώριση των αναγκών ετέρων προσώπων, αφετέρου τη δυσκολία δημιουργίας λειτουργικών σχέσεων ή απεμπλοκής από σχέσεις συγκρουσιακές ή άλλες που δεν στηρίζονται σε κάποια νομιμότητα αναγκών.

Στις περιπτώσεις λοιπόν που παραπονούμεθα ακατάπαυστα, για διάφορα πρόσωπα, πως δεν δείχνουν λ.χ. ενσυναίσθηση ή ενδιαφέρον, πως είναι στενόμυαλα, αμφιθυμικά (δεν ξέρουν τι θέλουν), κακότροπα, αγενή κ.ο.κ., ένα βασικό σφάλμα που διαπράττουμε είναι πως ταυτιζόμαστε ναρκισσιστκά μαζί τους. Τούτο σημαίνει πως δεν αντιλαμβανόμαστε πραγματικά πως πρόκειται για διαφορετικά όντα, που ασκούν το νόμιμο δικαίωμά τους να συμπεριφέρονται, όπως τα ίδια ορίζουν και πως, όταν ως απάντηση στις πράξεις τους δεν προβλέπεται αμυντική βία ή μήνυση, τότε αυτό που απομένει είναι η φυγή.

Εδώ ανακύπτουν τρία σχετικά ζητήματα: Το πρώτο αφορά στην ασύνειδη αδυναμία να αποδεχτούμε πως ένα πρόσωπο δεν μας «ανήκει», ούτε συνιστά φυσική προέκταση δική μας και πως θα χρειαστεί ενδεχομένως κάποια στιγμή να αποχωριστούμε από αυτό. Το δεύτερο υποσημαίνει ότι είναι ανάγκη να γίνει κατανοητό πως δεν κάνουν όλοι για όλα. Κάποιοι άνθρωποι είναι μάλλον «λίγοι», άλλοι αρκετά αδύναμοι και άλλοι πιθανά κακομαθημένοι. Είναι δυνατόν δηλαδή, μ’ έναν άνθρωπο, να επιτύχουμε απλά και μόνο καλές επαγγελματικές σχέσεις, με κάποιον άλλον, μία σκέτη γνωριμία, μ’ ένα τρίτο πρόσωπο, στενότερη σχέση ή φιλία και μ’ ένα τέταρτο, τίποτα, ως ολότελα ακατάλληλο προς «βρώσιν». Το τρίτο, τέλος, αφορά στην ιδέα πως είναι δυνατόν η κακή συμπεριφορά κάποιου να αξιολογείται ως τέτοια, λόγω παρερμηνείας ή εξ’ αιτίας κακής αλληλεπίδρασης που προκαλείται από δική μας ανεπιθύμητη (για τον άλλον) πρακτική και η οποία εκδηλώνεται ανεπίγνωστα.

Εάν, επί παραδείγματι, τρέφουμε το φόβο πως δεν είμαστε επιθυμητοί, ενδεχομένως να βιώνουμε εχθρικά συναισθήματα για κάποιους. Στην προσπάθειά μας να αποκηρύξουμε αυτή την πλευρά του εαυτού μας (την πλευρά δηλαδή της προσωπικότητας που συντηρεί την εχθρότητα προς τον «πλησίον»), πετάμε αυτό το συναίσθημα στα μούτρα ενός «βολικού...», για μας, προσώπου ερμηνεύοντας και καταγγέλλοντας εκείνον ως εχθρικό. Εάν δεν καταφέρουμε, ούτε μ' αυτόν τον τρόπο, να αποβάλλουμε την αρνητική αυτοεικόνα, τότε γινόμαστε και στην πράξη εχθρικοί, με αποτέλεσμα οι άλλοι να «απαντούν» ανάλογα και έτσι η αρχική εκτίμηση και καταγγελία, για κάποιους ανθρώπους, να επαληθεύεται.

Σε γενικές γραμμές, σημαντικές προσωπικές αδυναμίες δρουν επισχετικά στην εξέλιξη των ανθρωπίνων σχέσεων (ως γνωστόν). Πως; Κάποιοι, για παράδειγμα, κινούνται γενικά και εναλλακτικά στα άκρα, από την απόλυτη αγάπη δηλαδή για τον άλλο, στην απόλυτη απόρριψη αυτού. Τούτο απομακρύνει, εν γένει, υποψήφιους φίλους, που αισθάνονται πως δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις προβαλλόμενες αξιώσεις, δυστυχώς όμως μία τέτοια αποφυγή ταλανίζει και εκείνους που προσεγγίζουν πολύ καλύτερα (από τους συνανθρώπους τους) το θετικά αξιολογούμενο άκρο, αλλά τέτοιοι άνθρωποι δεν είναι συνήθως και πολλοί…

Αυτή η τελευταία συζήτηση μας φέρνει και στο δεύτερο ζήτημα της κουβέντας αυτής, σ’ εκείνο της «αμυντικής εξιδανίκευσης», το να συντηρούμε δηλαδή την πεποίθηση πως η προσωπικότητα ενός ατόμου περιλαμβάνει μόνο ιδιότητες ιδανικές. Το ζήτημα λοιπόν αυτό διαθέτει σίγουρα δύο πλαίσια ερμηνειών:

Η πιο δυσάρεστη, ίσως και η λιγότερο συνηθισμένη πλευρά του θέματος αυτού έχει να κάνει με την ασύνειδη επιθυμία μας να καταστήσουμε το πρόσωπο αυτό ανήμπορο ν’ ανταποκριθεί στις ικανότητες που του έχουν αναγνωριστεί και ως εκ τούτου να επιτευχθεί η αποκαθήλωση από το θώκο του. Η πιο ανάλαφρη βέβαια όψη μίας τέτοιας ψυχικής αντιμετώπισης αφορά στην ανάγκη μας να υπερασπιστούμε τον εαυτό, έναντι απειλητικού προσώπου, μέσω της κολακείας. Σε άλλη όμως περίπτωση, επιχειρούμε  απλά να αμυνθούμε, μέσω της αναγνώρισης των ιδιαίτερων χαρισμάτων του προσώπου αυτού, τα οποία αφενός το καθιστούν «ανίκανο» να επιτεθεί, αφετέρου απαλλάσσει εμάς από την υποχρέωση να απαντήσουμε στην απειλητική συμπεριφορά, εκδραματίζοντας επικίνδυνα (και ενοχικά) τα άγχη μας.

Τις πιο πολλές φορές όμως η εξιδανίκευση εκτελεί μία άλλη λειτουργία εξυπηρετώντας ένα διαφορετικό (κατά κάποιον τρόπο) στόχο ή σκοπό. Άνθρωποι οι οποίοι τείνουν να κινούνται στα άκρα, εκδηλώνοντας ενδεχομένως συμπτωματολογία συγκεκριμένων κλινικών διαγνωστικών κατηγοριών, νοιώθουν συχνά υπέρτατη αγάπη αλλά και αξεπέραστη οργή για το ένα και το αυτό πρόσωπο. Απίστευτη λατρεία, αλλά και ολοκληρωτική αποστροφή, εκτίμηση απαράμιλλη, αλλά και περιφρόνια οριστική. Η εμπειρία έχει δείξει πως είναι μάλλον πολύ δύσκολο να συναντήσουμε ανθρώπους που να είναι ταυτόχρονα πολύ καλοί και πολύ κακοί. Αυτό που συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πως δεν διαθέτουμε ένα όριο στις επενδύσεις μας (σε άλλα πρόσωπα) και πως όταν αυτές δεν αποδίδουν τα μέγιστα επιθυμητά, τότε τα πρόσωπα αυτά καταβαραθρώνονται  στην «άβυσσο του κακού».

Αρκετές φορές μερικοί άνθρωποι προβαίνουν σε εκτιμήσεις εξωπραγματικές για το χαρακτήρα κάποιων άλλων, ώστε όταν κάποια στιγμή αποφασίσουν ν’ ανοίξουν τα μάτια, για να γνωρίσουν καλύτερα αυτούς που έχουν δίπλα τους, οι προσδοκίες τους κονιορτοποιούνται, πέφτοντας σιγά σιγά στο χώμα, μπροστά στους οφθαλμούς τους. Αυτό δεν σημαίνει ασφαλώς πως το «φαίνεσθαι» πολλών ανθρώπων δεν είναι διαφορετικό από το «είναι», κυρίως στις περιπτώσεις που προβάλλεται (αμυντικά ασφαλώς) ένα σκληρό πρόσωπο, προκειμένου να προφυλαχθεί μία «αδύναμη καρδιά». Σημαίνει όμως πως συντηρείται μία αντίσταση και μία τύφλωση στη θέαση της πραγματικότητας, που κατά τα φαινόμενα, βιώνεται οδυνηρή.

Και ενώ στη ναρκισσιστική ταύτιση -που προϋποθέτει βεβαίως (όπως και η αμυντική εξιδανίκευση) την εσωτερική «καταστολή»- έχουμε να κάνουμε κυρίως με την απαλοιφή του διαφορετικού και τη διαγραφή τού έξω από τον εαυτό αντικειμένου, στην προσπάθεια μας να επαναφέρουμε συμβολικά και να συντηρήσουμε τη συμβιωτική σχέση με το πρωταρχικό πρόσωπο φροντίδας, στην εξιδανίκευση έχουμε μία απεμπόληση του «εγώ», μία αυτοϋποτίμηση δηλαδή, παράλληλα με την προβολή όλων των ενδεχόμενων θετικών χαρακτηριστικών, πάνω σ’ ένα «τέλειο κ’ αγαθό» αντικείμενο, ώστε να τα διεκδικήσουμε πλέον, για τον εαυτό μας, διεκδικώντας το αντικείμενο αυτό.

Στις αμυντικές λειτουργίες και σε πλαίσια ψυχαναλυτικών θεωρήσεων ασφαλώς, αυτό που πάντα επιτυγχάνεται είναι η αλλοίωση ή μία σημαντική αποφυγή της πραγματικότητας.

Στη ναρκισσιστική ταύτιση επιχειρούμε ασυνείδητα ν’ αλλάξουμε τον κόσμο «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» μας, καταστρατηγώντας τις αξίες της διαφορετικότητας και της ποικιλομορφίας. Τούτο από θρησκευτικής πλευράς συνιστά «ύβριν», από ψυχολογικής, αυτοαπόρριψη, από πολιτικής, ολοκληρωτισμό και από επιστημονικής, προσήλωση στον ασυγχώρητο δογματισμό.

Στην εξιδανίκευση, από την άλλη, βιώνουμε μία αυτοϋποτίμηση που μας συνδέει μαζοχιστικά (υποταχτικά) με το ιδανικό αντικείμενο, το οποίο αρνούμαστε να απολέσουμε, όχι μόνο γιατί συνιστά κατάκτηση που καθιστά τον «νικητή» αναγνωρίσιμο στους οφθαλμούς των άλλων, αλλά και επειδή παρέχει μία παραγνώριση και μία αποφυγή της «θλιβερής ή επώδυνης» πραγματικότητας των ανθρωπίνων σχέσεων, μέσα στις οποίες δεν χωρούν μεγαλειώδεις επενδύσεις, αλλά η δυναμική και ανελισσόμενη προσπάθεια της διαπροσωπικής προσέγγισης, ανταπόκρισης, κατανόησης και προσαρμογής.

Γι’ αυτό λοιπόν...

...μόνο στη γνώση υπάρχει αθωότητα... πουθενά αλλού...


© 2016 Ελένη Κανακάκη (ΦΠΨ Ψ')

2 σχόλια:

  1. ΛΥΠΑΜΑΙ ΠΟΥ ΘΑ ΠΡΟΒΩ ΣΕ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ..ΑΡΝΗΤΙΚΗ ..
    ΓΙΑΤΙ ..Η ΚΥΡΙΑ ΕΛΕΝΗ ΚΑΝΑΚΗ ...ΜΑΛΛΟΝ ΕΔΩ ..ΦΑΙΝΕΤΑΙ..ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ....Διαπροσωπική Προσέγγιση ΚΑΙ...καταστρατηγώντας τις αξίες της διαφορετικότητας και της ποικιλομορφία..ΛΗΣΜΟΝΕΙ [[--ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ =ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ =ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ==ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΦΟΡΙΣ ..ΚΑΙ ΧΙΛΙΑ ..ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙ ΟΤΙ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ...ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΝΟΜΗ ..ΑΓΝΟΩΝΤΑΣ ΤΕΛΕΙΩΣ ..ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ..ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ..ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ..ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ..ΝΑ ΟΔΗΓΕΙΤΑΙ ..ΣΤΟΝ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟ ...Η΄ΑΤΟΜΙΣΜΟ .ΠΟΥ ΑΣΧΟΛΕΙΤΑΙ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ .ΜΙΑ ΠΟΥ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ,..ΤΗΣ ΜΑΖΑΣ ..ΛΕΙΠΕΙ ΠΑΝΤΕΛΩΣ ..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αγαπητή/έ φίλη/ε, κατ' αρχάς να σας πω πως η παρουσία σας μου είναι παραπάνω από επιθυμητή εδώ μέσα, καθ' ότι απολαμβάνω την κουβέντα, με όσους εντρυφούν -οπωσδήποτε από διαφορετικές θέσεις ή προσεγγίσεις- πάνω σε τέτοια ζητήματα και ελπίζω να ξανασυνομιλήσουμε, οπότε καθόλου μη λυπάστε.
      Καταλαβαίνω τι εννοείται και το έχω στα υπόψιν, όμως εδώ θέλησα, κατά βάση, να στοχεύσω στους μηχανισμούς εκείνους, που -αν και αξιοποιούν ή παραμετροποιούνται από ποικίλες πολιτιστικές, οικολογικές κλπ υπαγορεύσεις (παράγοντες δηλαδή)-, οδηγούν τους ανθρώπους σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα συμπεριφοράς. Σε λίγο καιρό θα αναρτήσω εδώ ένα άρθρο -διαπολιτισμικής θεώρησης- που αφορά στη σύγκριση μεταξύ Ελλήνων και Ινδών πάνω στο ζήτημα των σεξουαλικών εκδραματίσεων και θα ρωτήσω το εξής: Υφίστανται κοινά (και διαφορετικά) κίνητρα μεταξύ ενός Έλληνα και ενός Ινδού, όταν ο μεν κάνει χρήση υπηρεσιών trafficking (ατομικά ή ομαδικά) ή ο δε προβαίνει σε ατομικό ή ομαδικό βιασμό εναντίον συμπολίτισσάς του ή όχι;
      Θα χαρώ να συζητήσουμε διεξοδικότερα, έστω και μέσω άλλων διαδικτυακών υπηρεσιών, πάνω σε ζητήματα θεώρησης και μεθοδολογίας.

      Διαγραφή