Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Η ΑΠΩΛΕΙΑ

Είναι γεγονός πως έχω μιλήσει αρκετές φορές για την έννοια της «απώλειας».

Πολύ περισσότερο έχω υποστηρίξει πως η ικανότητα να βιώνουμε, να ανεχόμαστε και να μεταπλασσόμαστε δυναμικά, μέσα από σχετικές καταστάσεις, ανακαλύπτοντας νέες, ομιλούσες, εσώτερες αναπαραστάσεις μαζί με νέες, για τούτες, γλώσσες, οδηγεί τον εαυτό σε άλλα επίπεδα επίγνωσης… καλώς ή κακώς…


Τούτη τη φορά θα επεξεργαστώ το ζήτημα μ’ έναν τρόπο διαφορετικό. Έναν τρόπο που αφήνει περισσότερα περιθώρια αμφισημίας, ώστε οποιαδήποτε ουσιαστική γνώση να μην ξεπερνάει τα φυσικά όρια της ρευστότητας και της πλαστικότητάς της. Και για να προκύπτει ως ατομικό τεχνούργημα, ανάλογο των διακινούμενων των ψυχικών καναλιών, των προσωπικών διαδρομών και των φαινομενολογικών «απλωμάτων» καθενός και στη βάση ατομικών βιωμάτων ή εμπειριών και σχετικών (θέλω να πιστεύω) συμπερασμών ζωής.

Θα παραθέσω λοιπόν το παρακάτω ποίημα, το οποίο έγραψε ο ψυχίατρος και αγαπητός μου φίλος Κλεόβουλος Αδάμας.

Και σας το αφιερώνω.

-----------------------------

Η απώλεια
(Κλεόβουλος Αδάμας)

και πάλι τι δεν έκαμα και ακόμη τι δεν πρόστρεξα,
από τα αλαργινά εκείνα τα απάτητα τα μέρη,
που μου ‘ταν τόσο αμπόρετα.
που μου ‘ναι τόσο ανέγνωρα,
στους κάμπους τους δικούς μου να σε φέρω.

κρίμα, μ’ αλήθεια σου το λέω.
κρίμα που δεν το μπόρεσα,
κρίμα που δεν μπορώ!

και είχαμε τόσα να μιλήσουμε,
τόσα να αφουγκραστούμε,
και ακόμη πόσα σου πω…
και μύρια τόσα να σου δείξω

το ξέρω.

πως οι πιστοί το λένε αυτό βλαστήμια
μα στο ‘χω ξαναπεί, εγώ δεν έχω πίστη.
η μόνη πίστη που νοούμαι δεν είναι άλλη απ’ το “εγώ”

και οι ειδικοί,
μια δυστροπία της καρδιάς και ένα είδος τρέλας

που αντιμάχεται με κράτος τη θυσία,
που απαιτεί, χωρίς καμία βούληση, χωρίς καμία γνώση,
εκείνο το τυφλό κομμάτι μιας γονεϊκής ελπίδας
και αρνείται τη φυγή από το “νόμιμο”,
ή άλλως από τα “κεκτημένα”,

μα πάλι τι θα ήμασταν;
αναρωτιέμαι.

αν το αδύνατο δεν θέλαμε να γίνει δυνατό;
αν μ’ έκσταση δεν βλέπαμε τα άστρα, τα φεγγάρια;
κ' αν δεν ζηλεύαμε το αγέρι των πουλιών;

ή σάμπως πάλι και με νοιάζει;

αν η καρδιά μου πάντα μαίνεται από τρέλα;
αν η ψυχή μου είναι ασθενής;
ή ο νους μου παραπαίει θολερός;

γιατί ένα μονάχα έχω καταλάβει

πως μου 'ναι αμπόρετο να ελευθερώσω τη ζωή
αφού πιο πριν δεν θα 'χω ζήσει


 © 2016 Ελένη Κανακάκη (ΦΠΨ Ψ')