Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022

Νέες μεθοδεύσεις στην ψυχανάλυση,

«Η παρακολούθηση του συμπτώματος»

Το ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο συνιστά το μόνο ασφαλή τόπο που έχουμε εφεύρει και μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε, ώστε να εκφραστούν και εν δυνάμει να εκτονωθούν όλες οι συναισθηματικές παρεκβάσεις της ψυχοθεραπευτικής δυάδας. Πρόκειται δηλαδή για τον χώρο του διυποκειμενικού όπου η μεταβίβαση του θεραπευόμενου και η άυλη αντιμεταβίβαση του αναλυτή μετατρέπονται σε ένα διυποκειμενικό συμβάν που πραγματώνει και «κανονικοποιεί» μέσα σε ένα «εμπλεκόμενο» τις ατομικές ιστορίες του υποκειμένου και του αντικειμένου ή του αντικειμένου και του υποκειμένου της θεραπευτικής δυάδας.

Μία τέτοια θεώρηση μας βοηθάει όχι μόνο να βλέπουμε καλύτερα το όλον και να ξεφεύγουμε από παροδηγητικές μονοσήμαντες ερμηνείες των ρόλων της θεραπευτικής δυάδας, αλλά ακόμη περισσότερο να βλέπουμε και να κατανοούμε αρτιότερα το ενδοψυχικό βάθος του υποκειμένου, όσο και να χειριζόμαστε αποτελεσματικότερα το σύνολο των συμπτωμάτων που παρέχουν αρνητική νοηματοδότηση στο υποκείμενο, όταν αυτό αφήνεται έρμαιο στην τύχη του, δηλαδή στους «δαίμονες» που έχουν ανδρωθεί από την καταβολή του και κυκλοφορούνε τόσο μέσα όσο και έξω από αυτό.

 Edvard Munch

Οι άνθρωποι που έρχονται για θεραπεία σε εμάς μας έχουν επιλέξει και οι άνθρωποι που εμείς θα αναλάβουμε τελικά για θεραπεία, είναι εκείνοι που εμείς έχουμε εξίσου σταδιακά επιλέξει. Μπορούμε λοιπόν από αυτό να κατανοήσουμε κάτι πολύ ενδιαφέρον. Πως το θεραπευτικό ταίριασμα είναι σαν το ρούχο που ποτέ δεν είχες φανταστεί πως τόσο πολύ σου πάει. Η θεραπευτική αγάπη που καλλιεργείται έτσι σταδιακά στο μεταβατικό χώρο του πλαισίου, δηλαδή στο χώρο ανάμεσα στα μέλη της θεραπευτικής δυάδας έχει στο βάθος της τις ανάγκες που με κάποιον τρόπο θα εκπροσωπηθούν και θα δημιουργήσουν μία νέα δυναμική και τάξη πραγμάτων για την οποία μπορεί να γίνει ένας επιστημονικός διάλογος και να ενισχυθεί η κλινική πράξη και η πρακτική της ψυχοθεραπείας.

Μία σημαντική μεθόδευση που αποκτά κυρίαρχο ρόλο στην κλινική πράξη και απορρέει ως σύλληψη από τη λειτουργία του θεραπευτικού κλίματος, δηλαδή από τη λειτουργία του μεταβατικού χώρου της θεραπευτικής δυάδας συνιστά «η παρακολούθηση του συμπτώματος» που θα οδηγήσει ακόμη και σε «σπασίματα» στο όριο του πλαισίου, αλλά ποτέ δεν θα το «ξεχειλώσει», ώστε να απισχανθούν τα συναισθηματικά και κοινωνικά όρια μεταξύ των δύο υποκειμένων.

Αυτή την έννοια την έχω εισηγηθεί εγώ, όμως η καταβολή της είναι ξεκάθαρη από το χώρο της Πειραματικής Ψυχολογίας, εδώ βέβαια αποπειρώμαι να αναδείξω τη συμβολή της στην έρευνα του ενδοψυχικού και όχι ως αυτόνομη πρακτική που βασίζεται σε κάποια θεωρία. Η ενδοψυχική έρευνα καλείται να αποδώσει τα νοήματα του υποκειμένου και τα νοήματα που λανθάνουν στο γνωστικό (διανοητικό ασύνειδο ή απλά αυτόματες σκέψεις), στις κοινωνικές πρακτικές, στα σωματικά συμπτώματα και τις εκδραματίσεις του. Η παρακολούθηση του συμπτώματος παρέχει ένα συνεχές, τόσο σταθερό όσο και δυναμικό «κράτημα του Winnicott» για την υποστήριξη της ζωής του υποκειμένου αλλά και για τον έλεγχο και τη σταδιακή άρση όλων των παραπάνω περιγραφέντων που στη γνωσιολογία τη δική μου καλούνται «το σύμπτωμα» και τα οποία επαληθεύουν τα νοήματα εκείνα που κρατάνε δέσμιο το υποκείμενο σε μία ρηχή και τάλαινα ζωή.

 Edvard Munch

Σε αυτή τη νέα προσαρμογή της ψυχοθεραπείας δεν γίνεται πλέον απαιτητή μόνο η εκπαιδευτική ανάλυση και η ενδοψυχική διερεύνηση του ίδιου του θεραπευτή, αλλά και η λειτουργία της εποπτείας η οποία μπορεί να ξεφύγει από το μονοσήμαντο συμβουλευτικό ρόλο και να δημιουργήσει μία προσομοίωση (και μόνο!) της φροντιστικής δυάδας στην οικογένεια του θεραπευόμενου, εφόσον βέβαια αναλύονται και ερμηνεύονται τα όρια που χωρίζουν το θεραπευτικό πλαίσιο από την πραγματικότητα του υποκειμένου, προκειμένου το τελευταίο πραγματικά να βοηθηθεί. Με τη λειτουργία δηλαδή της εποπτείας με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται μία ειδική συναισθηματική συμμετοχή του επόπτη (πράγμα που καθιστά την ατομική θεραπεία κατά ένα μέρος και ομαδική) όσο και ένα ευρύτερο, αρτιότερο και ισχυρότερο θεραπευτικό πλαίσιο για τον θεραπευόμενο.

Η παρακολούθηση του συμπτώματος απαιτεί μία νέα προσαρμογή του αναλυτή (ψυχολόγου ή ψυχίατρου) ψυχοθεραπευτή, όσο και κάθε ψυχολόγου ή ψυχιάτρου ψυχοθεραπευτή, επειδή προϋποθέτει (για τον δεύτερο μιλώντας) μία επαρκέστερη ενδοψυχική διερεύνηση εντός του θεραπευτικού πλαισίου, που ακόμη και όταν αυτό δεν συνιστά το κυρίαρχο εργαλείο εκάστου ψυχοθεραπευτή, πρέπει όμως να εισέρχεται στη θεραπευτική διαδικασία. Η νέα αυτή προοπτική που ανοίγεται, ειδικότερα μιλώντας τώρα, στον αναλυτή τον βγάζει έξω από το πλάνο του «λύκου της στέπας» και την ειδική του, ναρκισσιστική μοναξιά και τον εντάσσει σε μία κοινωνικότητα που περιλαμβάνει αρτιότερα τη θεραπευτική δυάδα, τον πραγματικό κοινωνικό  κόσμο και το στενό περιβάλλον του ψυχαναλυτικού υποκειμένου και όχι μόνο τις σχετικές αναπαραστάσεις (όχι παραστάσεις) στο ενδοψυχικό του ανθρώπου αυτού, κάνοντας το επιστημονικό ταξίδι του αναλυτή μακρόβιο και ονειρικό.

 Edvard Munch


  …καλώς ή κακώς δεν μπορούμε να μένουμε ταμπουρωμένοι μέσα σε ένα γραφείο και πίσω από μία θεωρία, όταν ο κόσμος γύρω μας ψυχορραγεί…

…είναι κραυγαλέα πλέον η ανάγκη να κρατάμε βαθιά μέσα στο «βλέμμα και τη σκέψη» μας τον άνθρωπο εκείνο που λίγο πιο πέρα σπαρταρά και που του αξίζει να σωθεί… και που για να καταφέρει να εμπεδώσει αυτή του την αξία, απαιτείται πλέον στις 'μέρες μας μία νέα πρακτική...

 

Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο στο Τμήμα Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ έναν από τους κατ' εξοχήν χώρους γένεσης της επιστημονικής αλήθειας και γνώσης, με την εφαρμογή μίας επιστημονικής πολυφωνίας, και έναν χώρο που μαζί με τους όμοιούς του πρέπει να διαφυλαχθούν, ακόμη περισσότερο όταν οι πολιτικές διαστροφές «θέλουν» να καθοδηγήσουν σε σοβαρή υποβάθμιση του ρόλου του στη διαμόρφωση της υγιούς ψυχονοητικής λειτουργίας και συμπεριφοράς του ανθρώπου και πολίτη.

 

 © 2022 Ελένη Κανακάκη, Ψυχολόγος