Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2020

Το κράτημα


Το σύμπτωμα συχνά αφορά σε κάτι πρακτικό και οφθαλμοφανές κι εν προκειμένω δεν αναφέρομαι σε αυτό που εγώ ορίζω ως σύμπτωμα στο γνωστικό, ήτοι στην αυτόματη σκέψη.

Μερικοί άνθρωποι είναι ιδιαζόντως πρακτικοί και άμεσοι και για να το πούμε κάπως γλαφυρά και καλώς εννοουμένου, «χτυπάνε απευθείας στο ψαχνό», οπότε, δίνοντας την επιθυμία τους χωρίς πολλές καθυστερήσεις, λύνουνε ανεπίγνωστα τα «...μάγια...» που έχει υποστεί ο άλλος.

Εν πρώτοις, με τη «σωματική παραλαβή» του υποκειμένου και το κάπως «βίαιο» ακόμη σπρώξιμο αυτού έξω από τη μονοσήμαντη, «αυτοερωτική» και «εγωβρεφική» του απομόνωση και τη μετατόπιση του στο μεταβατικό χώρο που το συνδέει με το σώμα του αντικειμένου (δύο σώματα πλέον μαζί), μετατοπίζεται μέσα στο λιβιδινικό το ενδοψυχικό αίτημα που έχει από καιρό οδηγήσει στη σωματική εκδραμάτιση της ανάγκης του για σωματικό κράτημα.

Μία εκδραμάτιση που μπορεί να υλοποιείται με διάφορους τρόπους, όπως λ.χ. οι καθηλώσεις στοματικού ή άλλου τύπου... που παραφράζουνε (παραλαμβάνουν δηλαδή ως δεξαμενές) το διακινούμενο «υλικό…» (το οποίο προέρχεται από πλείστες ματαιώσεις και χίλιες δύο προβολές ή άλλες αμυντικές διεργασίες) και εμποδίζουν την ανάπτυξη. 

H. R. Giger
 

Εν δευτέροις, η ψυχική παραλαβή και το κράτημα του παραπάνω υποκειμένου, ως ψυχοδιανοητική πλέον υπόσταση αίρει τη «φυγή» του από μία «αιμοβόρα» και αντιφατική πραγματικότητα, κάνοντάς το όντως!… να «κουρνιάζει!» ήσυχο και καθησυχασμένο κοντά στο αντικείμενό του. Οπότε εδώ αναφερόμαστε στο ψυχοδιανοητικό κράτημα,

…και πλέον για ένα κράτημα με ανδρόγυνο χαρακτήρα…

Αυτές οι «παραλαβές» πρέπει κατ’ αρχάς να υλοποιηθούν ολότελα μέσα στο δυαδικό φαντασιακό, ώστε να γίνουνε επεξεργάσιμες και συνεπώς να περάσουν στο ενδοψυχικό και παράλληλα να συμβολοποιηθούν, δηλαδή να περάσουνε μέσα στο λόγο. Κάθε άλλη υλοποίηση δεν γνωρίζουμε τι αποτελέσματα μπορεί να φέρει και μάλλον αυτά θα εξαρτηθούν από παράγοντες πλείστους, αλλά τούτο στην ανάλυση αυτή δεν μας αφορά, είναι άλλης τάξης θέμα.

Το σωματικό όμως και ψυχοδιανοητικό κράτημα ενδέχεται να διαθέτει αμοιβαιότητα:

Oswaldo Guayasamín
 
Η «απειλή» του «σωματικού αφανισμού» (ενός υποκειμένου) στο ασύνειδο ασφαλώς, εξαιτίας μίας περίεργης οικογενειακής διγλωσσίας, και η «απώλεια» σωματικών «μερών» λόγω του ότι έχουν επενδυθεί σε απολεσθέντα αντικείμενα, του δημιουργούν την ανάγκη συνεχώς και σταδιακά να τα ανακτά, προκειμένου να διατηρεί τον εαυτό του υπαρκτό και ακέραιο.

Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει το υποκείμενο να αντέχει να αιωρείται στη μερική ύπαρξη του εαυτού και της ιστορίας του και έτσι οι αναζητήσεις του θα λαμβάνουν σχετικές με τις ανάγκες του ψυχοσωματικές διαστάσεις, όπου το κυνήγι του εαυτού θα φέρνει στο προσκήνιο σισυφικά τις ματαιώσεις και θα εξαίρει το κυνήγι του απείρου, του απόλυτου, ήτοι του χωρίς όρια και άρα της παντοδυναμίας.

Καθένας έχει ανάγκη να ιδωθεί, να καθρεφτιστεί στα μάτια του αντικειμένου ως σωματικό όλον, διότι με τον τρόπο αυτό ορίζονται τα σωματικά όρια και η σωματική «κουλτούρα» κρατείται ενωμένη μέσα στο βλέμμα του άλλου και όχι μέσα στο βλέμμα του άπειρου, δηλαδή του σχεδόν τίποτα. Καθένας έχει ανάγκη να ιδωθεί και ως ψυχονδιανοητική ενότητα, γιατί αυτό έπειτα ξετυλίγει το εσωτερικό όλον μέσα στα μάτια τα δικά του, κάτι που το κάνει λιγότερο να «αποκρύβεται...», αλλά και πιο ειρηνικά και πραγματιστικά να αναζητάει την επιθυμία.

Η ψυχανάλυση πρέπει να αναλάβει ένα επιπλέον έργον σημαντικό, δηλαδή την παρακολούθηση του συμπτώματος και, αν μπορεί, καλό θα ήτανε να κάνει χρήση της δυαδικής σχέσης, ασφαλώς έτσι όπως θα μπορούσε να περάσει αποτελεσματικά στο διαφυλικό, κατά τρόπο ιδιαίτερα δυναμικό αλά έξω όμως από το πλαίσιο του λιβιδινικού, για να μην καταστραφεί το «σύμπαν».

Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη αυτό που είχα δηλώσει στον φίλο μου τον Γ.: Ασφαλώς δεν μπορείς έτσι απλά να διαταράσσεις το πλαίσιο, δεν μπορείς όμως και πάντα να πηγαίνεις σύμφωνα με τις παραληφθείσες νόρμες, αλλά πρέπει να παρακολουθείς στενά το υποκείμενο για να παρεμβαίνεις τόσο όσο σου είναι πραγματικά επιτρεπτό, διαφορετικά... δεν πρόκειται ποτέ να «κολυμπήσεις…» αφού δεν θέλεις να βραχείς…

© 2020 Ελένη Κανακάκη (ΦΠΨ Ψ')