Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Οι ιστορικές επαναλήψεις των ατόμων


Στο παρελθόν είχα σχολιάσει στον διδάσκοντα αναλυτή (εκείνον σημειωτέον που εκτιμώ για το μορφωτικό του κύρος, την ψυχική ποιότητά του και το ψυχοθεραπευτικό του σθένος, χωρίς να εξιδανικεύω τις αρετές του, διότι δεν θεωρώ πως διαθέτει τελειότητα σε κάτι, αλλά τα στοιχεία αυτά που εγώ μπορώ να αναγνωρίσω και να εξηγήσω, σημαντικό αυτό) πως ο χώρος μας είναι επικίνδυνα συρρικνωμένος μέσα στις επίσημες εκπαιδευτικές δράσεις και πως φαίνεται πως σε αυτό ευθυνόμαστε ιδιαίτερα εμείς.

Ο λόγος, για τον οποίο ευθυνόμαστε σοβαρά και για τον οποίο τότε δεν μίλησα διεξοδικά, είναι πως η θεσμική ανάγκη να «κρατεί» κάποιος ως δεσπόζουσα μορφή (αξία που έχει κληροδοτηθεί στους επιγόνους του από τον ίδιο τον πατέρα της ψυχανάλυσης, τον οποίο σέβομαι βαθειά), καθώς επίσης και τα διάφορα σύνδρομα που ξυπνάει η ψυχολογική μεταπολίτευση ή απλά η θεωρητική διεύρυνση του χώρου δημιουργούν μία αμυντική συμπεριφορά, μέσω της οποίας κάποιος τηρεί ένα ανένδοτο στυλ, προκειμένου να εξοβελίσει τον εαυτό του από το μικρό και γήινο και να τον εκτοξεύσει μέσα στο μεγαλειώδες θείο. Και αυτό επίσης συμβαίνει συχνά και μέσα στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία, αλλά δεν είναι της παρούσης. Τούτο θα διαταράξει το σύστημα και θα ξυπνήσει τη γονεϊκή μεταβιβαστική άμυνα, πράγμα το οποίο σημειωτέον μπορούν εξίσου ωραιότατα να επιτύχουν και τα προβολικά τεστ και γι’ αυτό και ορθώς (πέραν άλλων…) δεν χρησιμοποιούνται από τον ψυχαναλυτικό κόσμο.

Όπως είχα ξεκάθαρα δηλώσει στον φίλο μου τον Γ.Μ., τιμώ αδιαπραγμάτευτα τον χώρο μου (και τον πατέρα της ψυχανάλυσης, S.F. επίσης) που μου προσέφερε την πρώτη σωτηρία και μ’ έμαθε να νοιώθω, και άρα και να σκέφτομαι γύρω από αυτό που νοιώθω, όχι επειδή ενδιαφέρομαι να μπω σε μία μηχανική αναπαραγωγή του συστήματος, αλλά επειδή θέλω να διαθέτω συμβολή στη δημιουργική και ατέρμονη εξεύρεση του εαυτού του. Αυτό το τελευταίο δεν βλέπω να επιτυγχάνεται με ευκολία αν ο χώρος της ψυχανάλυσης δεν μπει σε αυτό που ο ίδιος ο φίλος μου ο Γ.Μ. μου είχε προτείνει στο παρελθόν : «Κάνατε πολύ καλά και περάσατε από τον χώρο της φιλοσοφίας πιο πριν…. γιατί η ψυχανάλυση έχει κλειστεί τα τελευταία χρόνια πολύ στον εαυτό της…». Αυτό, για μένα, συνεπάγεται πως δεν επαρκεί η ψυχανάλυση να ασχολείται πλέον μόνο με το ενδοψυχικό. Μία τέτοια τριβή πάνω στον εαυτό μπορεί να καταστήσει έναν άνθρωπο όχι γνώστη,  αλλά σοφό. Όμως ο άνθρωπος πρέπει, αν μη τι άλλο, να μην είναι και δυστυχής και αυτό είναι αδύνατον να επιτευχθεί, εάν ο ειδικός δεν λάβει την απόφαση να αγγίξει και να παρακολουθεί στενά και μία πολύ ειδική πραγματικότητα του υποκειμένου, δηλαδή το σύμπτωμά του, εργασία που έχει εγκαταλειφθεί και σε βάρος του υπόλοιπου ψυχολογικού επιτελείου.



Η ψυχανάλυση είναι μία ακραία μορφή επιστημονικής γνώσης, γι’ αυτό και μπορεί να καταστεί μαγεία, επειδή ασχολείται κατ’ εξοχήν με το ασυνείδητο το οποίο διαθέτει μία εξουσία και μία αδιαμφισβήτητη πρακτική γνώση, αξιοποιώντας διάφορους γνωστικούς μηχανισμούς και καθιστώντας τη ζωική οσφρητική ικανότητα και τις ικανότητες προσανατολισμού και προσοχής που δίνουν οι κεραίες, καλύτερες και από αυτές των άριστων μεταξύ του υπόλοιπου ζωικού βασιλείου.

Ας επιτρέψουμε λοιπόν στη «νεράιδα των δοντιών» (πρωταγωνίστρια του ομωνύμου βιβλίου του Joyce Graham), την οποία τα υποκείμενα τείνουν να προσκαλούν (όπως διατείνεται ο συγγραφέας) και να βαστούν γερά μέσα στο είναι τους, να μας παρασύρει σε μία ξενάγηση μέσα στον κόσμο της (όπως συνέβη και στην ιστορία του βιβλίου) και να μας δείξει τι είναι αυτό που γίνεται και που αξιωματικά και αναπόδραστα θα γίνει:

Λένε πως η ιστορία επαναλαμβάνεται και αν γνωρίζεις αρκετά την ιστορία σου, μπορεί να κάνεις επαρκείς προβλέψεις πλέον για το μέλλον σου. Όχι η ιστορία που βλέπετε τώρα να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια σας, αλλά η ιστορία από το απώτερο παρελθόν του υποκειμένου. Ασφαλώς, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται έτσι απλά, λόγω των μορφωτικών εμπειριών ζωής και των βιωμάτων και ασφαλώς λόγω της μετατόπισης μέσα στο αναπτυξιακό στάδιο και των αναγκών που πλέον θα προκύψουν. Άρα τα υποκείμενα αλλάζουν (και μαζί με αυτά και τα αντικείμενα των επενδύσεών τους) αλλά πάντα θα φέρουν όλοι αυτοί μέσα τους το μοτίβο τους (όπως ο Van Gogh έχει το αναγνωρίσιμο στυλ του) το αίτημά τους, ίσως και το παιδικότροπο amandi αίτημά τους, τον δαίμονά τους, όπως ανάγλυφα και αυτάρεσκα συνηθίζω να παραδέχομαι.

Βέβαια τα αιτήματα θα αλλάξουν προσανατολισμό. Αυτό σημαίνει (στη γλώσσα τη δική μου) πως αυτά που κάποτε ήτανε λανθάνοντα, στο μέλλον θα γίνουν φανερά, γιατί μπορούν λόγω των συνθηκών, δηλαδή λόγω του ότι τα αιτήματα των σύγχρονων αντικειμένων, με το πέρασμα και κάτω από το βάρος της εμπειρίας και της ζωής, θα γίνουν πλέον φανερά. Εξίσου τα φανερά αιτήματα θα γίνουνε λανθάνοντα, ακριβώς επειδή τα σύγχρονα αντικείμενα διαθέτουν πλέον δύναμη και έχουν ήδη δηλώσει τα όριά τους και αυτό μπορεί να γίνει ωραιότατα πια παραληπτέο και ορθώς από τον ψυχονοητικά έμπειρο άλλο.

Όμως και τα αντικείμενα είναι διαφορετικά, γιατί οι άνθρωποι τείνουν να προσελκύουν το όμοιο και όχι όπως λένε οι συνάδελφοι των θετικών επιστημών το διαφορετικό (που αφορά σε εξωτερικά χαρακτηριστικά και τρόπους). Οπότε όσο περισσότερο επεξεργασμένος είναι κάποιος, τόσο περισσότερο θα ελκύει και θα ελκύεται από πρόσωπα που μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες ή ακόμη και τις άρρητες αξιώσεις του μέσα στο τρέχον αναπτυξιακό στάδιο. Αυτό συνεπάγεται μία ωριμότητα των αντικειμένων (…όχι ιδανική!…) και μία ικανότητα στην επεξεργασία του καλού πολύ διαφορετική από αυτή του παρελθόντος, όπου τίποτα από τα δύο δεν μπορούσε να υπάρξει με μία έστω σχετική επάρκεια.

Βλέπουμε λοιπόν πως η ιστορία επαναλαμβάνεται, αλλά αυτό που επαναλαμβάνεται είναι κυρίως τα μοτίβα που χτυπάνε συνεχώς την πόρτα και αναζητούν την πραγμάτωσή τους μέσα στο φως του ήλιου. Και όταν η συνθήκες το επιτρέπουν, η ζωική όσφρηση και η προσοχή του ασυνειδήτου θα ξυπνήσουν (για όλους τους εμπλεκόμενους). Η σειριακή διευθέτηση των πραγμάτων δεν είναι ουδέποτε τυχαία, καθώς αυτή θα καθοριστεί από τους ρόλους των ατόμων μέσα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον:

Τον πρώτο λόγο θα έχουν δηλαδή οι ρόλοι που διαθέτουν την εξουσία να …καθομιλούν… και αν αυτοί περάσουν στον ταυτιστικό μηχανισμό που υποκειμένου (λόγω της ενδεχόμενης παντοδυναμίας του) αυτό το οποίο θα συμβεί είναι να αρχίσει το υποκείμενο να συνομιλεί με το αρχικό (κατά Freud), το εξέχον αντικείμενό του που είναι ο ίδιος του ο εαυτός, στις διαφορετικές του ποιότητες, όποιες και αν είναι αυτές, ακόμα και σε αυτές που αφορούν σε αναπτυξιακές καθηλώσεις. Όμως αυτά τα αντικείμενα δεν διαθέτουν ποτέ γενικώς αναγνωρίσιμο αντικείμενο αναφοράς (κατά τον γλωσσικό όρο), δηλαδή δεν μπορούν να εντοπιστούν στο περιβάλλον, όχι εξαιτίας της φύσης τους, όταν συνιστούν έννοιες, αλλά επειδή είναι άυλα, οπότε κινούνται μόνο μέσα στο φαντασιακό.

Οι άνθρωποι, που τείνουν να εκδηλώνουν την παντοδυναμία τους, θα βρεθούν ανά πάσα ώρα και στιγμή κοντά σε άλλα πρόσωπα που ασκούν επίσης με τον δικό τους τρόπο την παντοδυναμία τους, δηλαδή είτε μέσα από την ποικιλία των εξεχουσών δράσεών τους, στις οποίες πρωτοστατούν, είτε μέσα από τις αναζητήσεις τους, όπως η δύναμη που προσφέρει η επιστημονική γνώση και η τέχνη. Οι άνθρωποι λοιπόν περνούν από πλείστες συνθήκες, αλλά (δια)αντιδρούν μόνο σε αυτές που οι ασυνείδητες κεραίες και η όσφρησή τους τους υποδεικνύουν και ασφαλώς είναι αυτές οι περιπτώσεις στις οποίες προκύπτουν διαδράσεις. Είναι αυτές οι περιπτώσεις όπου τα αιτήματα του απώτερου παρελθόντος θα μπουν ξανά στην επεξεργασία και όσο η εμπειρία του ανθρώπου δεν βελτιώνει την όρασή του, τόσο οι ιστορικές επαναλήψεις θα διαιωνίζονται χωρίς πολύ μεγάλες αλλαγές.

Κατανοούμε ίσως τώρα πως η θεμελιώδης λειτουργία του ασυνειδήτου είναι η προσαρμοστική αλλά και εύπλαστη ένταξη του υποκειμένου μέσα στον πολιτιστικό του χώρο, και μέσα στο ανήκειν εκεί που θα μπορούσε να ανήκει, μ’ έναν τρόπο όμως αρκετά εξατομικευμένο. Οπότε, η λειτουργία του ως πρωταρχικού (όχι μοναδικού) ρυθμιστή της ζωής είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς διαθέτει ανά πάσα ώρα και στιγμή ενημερότητα της ιστορίας και των αναγκών του υποκειμένου, πράγμα το οποίο, όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορεί να βρίσκεται ανά πάσα ώρα και στιγμή μέσα στη γνώση του υποκειμένου. Στη βάση αυτή, διαφορετικοί μηχανισμοί τίθενται σε λειτουργία, όταν τα πράγματα δεν πάνε και ακριβώς καλά, πράγμα το οποίο τείνει να βελτιώνει τη μακροβιότητα του υποκειμένου, αλλά σύνηθα (όχι πάντα) με πολύ σημαντικό κόστος στην ποιότητα της ζωής του και την ευδαιμονία του.



déjà vu, θα μπορούσε να πει κάποιος, αλλά δεν είναι déjà vu, είναι το κόκκινο χάπι,
που οδηγεί στην πρώτη πηγή της γνώσης για την ίδια μου την ύπαρξη…και η έκπληξη, κάπου λίγο και το σοκ, ... μεγάλη...αλλά και αυτή δική μου είναι...


© 2019 Ελένη Κανακάκη (ΦΠΨ Ψ')

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου